- οὐριοδρομεῖ
- οὐριοδρομέωrun with a fair windpres ind mp 2nd sg (attic epic doric ionic)οὐριοδρομέωrun with a fair windpres ind act 3rd sg (attic epic doric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
οὐριοδρόμει — οὐριοδρομέω run with a fair wind imperf ind act 3rd sg (attic epic) οὐριοδρομέω run with a fair wind pres imperat act 2nd sg (attic epic) οὐριοδρομέω run with a fair wind imperf ind act 3rd sg (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πρύμισμα — και πρύμνισμα, το, Ν [πρυμίζω] η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού πρυμίζω, στροφή τού πλοίου με τέτοιο τρόπο ώστε να έχει την πρύμνη του προς τον άνεμο και να ουριοδρομεί, το επούρισμα … Dictionary of Greek